Pages

Αυχεναλγίαneck

Πάρκινσον

Νόσος Πάρκινσον

Η νόσος Πάρκινσον είναι μια προοδευτική και εκφυλιστική νευρολογική διαταραχή, η οποία προκαλεί απώλεια ελέγχου των σωματικών κινήσεων.

Κανείς δεν γνωρίζει τι προκαλεί την νόσο Πάρκινσον και επί του παρόντος δεν υπάρχει θεραπεία. Αυτό που είναι γνωστό, είναι ότι τα συμπτώματα εμφανίζονται όταν μια μικρή περιοχή του εγκεφάλου, που καλείται μέλαινα ουσία, εκφυλιστεί. Καθώς τα εγκεφαλικά κύτταρα της μέλαινας ουσίας πεθαίνουν, ο εγκέφαλος στερείται χημικών νευροδιαβιβαστών ντοπαμίνης.

Η ντοπαμίνη επιτρέπει την επικοινωνία ανάμεσα στα εγκεφαλικά κύτταρα που ελέγχουν την κινητικότητα, οπότε τα μειωμένα επίπεδα της οδηγούν σε μειωμένο κινητικό έλεγχο (που αποτελεί σύμπτωμα της νόσου).

Οι ασθενείς μπορεί να βιώσουν ακραίες διακυμάνσεις στον έλεγχο των κινήσεων-από περιόδους με φυσιολογική κινητική λειτουργία, σε επεισόδια ολοκληρωτικής ακινησίας. Πιο απογοητευτικά, τα επεισόδια αυτά μπορεί να εμφανιστούν μέσα σε διάρκεια μερικών ωρών.

Όσο προοδεύει η νόσος Πάρκινσον, μετατρέπεται σε μια κατάσταση αναπηρίας και τελικά καθημερινές δραστηριότητες όπως το μπάνιο, το ντύσιμο και το φαγητό, εξελίσσονται πρακτικά αδύνατες χωρίς την βοήθεια ενός φροντιστή.

Αίτια νόσου Πάρκινσον
Ενώ τα ακριβή αίτια είναι άγνωστα, είναι τώρα γνωστό ότι η νόσος Πάρκινσον αναπτύσσεται ως επακόλουθο απώλειας κυττάρων σε κάποιες συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου. Είναι ευρέως αποδεκτό, ότι οι περισσότερες περιπτώσεις νόσου Πάρκινσον είναι αποτέλεσμα ενός συνδυασμού περιβαλλοντικών και γενετικών παραγόντων, συνδυασμός που διαφέρει από ασθενή σε ασθενή.

Πολλά συμπτώματα της νόσου περιλαμβάνουν διαταραχή του κινητικού ελέγχου, τα πιο κοινά από τα οποία είναι:

Ακαμψία
Η ακαμψία, η αλλιώς αντίσταση στην κίνηση, επηρεάζει τους περισσότερους ασθενείς και συνήθως ξεκινά από τα πόδια ή τον λαιμό. Οι προσβεβλημένοι μύες παραμένουν τεταμένοι και συστολικοί, ενώ ορισμένοι ασθενείς μπορεί να αισθάνονται πόνο, καθώς και ακαμψία. Η προσπάθεια μετακίνησης του άκρου ενός ασθενούς που εμφανίζει ακαμψία, μπορεί να οδηγήσει σε μικρές, σπασμωδικές κινήσεις.

Βραδυκινησία / Ακινησία
Η δυσκινησία είναι ένα από τα κλασσικά συμπτώματα του Πάρκινσον. Με την πάροδο του χρόνου, οι ασθενείς αναπτύσσουν μια κυφωτική στάση και μια αργή, μπερδεμένη βάδιση. Αυτός ο διασκελισμός σταδιακά γίνεται ακανόνιστος και ασταθής, και μπορεί να προκαλέσει πτώσεις. Τελικά οι αυθόρμητες και αυτόματες κινήσεις εξαλείφονται και, μετά από κάποια χρόνια, οι μύες δεν μπορούν να κινηθούν καθόλου. Η κατάσταση αυτή καλείται τότε ακινησία.

Τρόμος
Τα συμπτώματα συνήθως ξεκινούν με περιστασιακό τρόμο σε ένα δάχτυλο-με την πάροδο του χρόνου, θα εξαπλωθούν σε ολόκληρο το άκρο. Ο τρόμος είναι συνήθως ρυθμικός και συχνά προκαλεί μια δράση στον αντίχειρα και στα υπόλοιπα δάχτυλα, γνωστή ως “pill-rolling”. Ο τρόμος εμφανίζεται όταν το άκρο είναι σε κατάσταση ηρεμίας ή όταν κρατείται ψηλά χωρίς στήριξη, αλλά εξαφανίζεται σύντομα κατά την διάρκεια της κίνησης. Μπορεί μόνο η μια πλευρά του σώματος να εμφανίσει συμπτώματα τρόμου, ειδικά στα αρχικά στάδια της νόσου.

Αστάθεια
Όπως γίνεται αντιληπτό, η αστάθεια προκαλεί στους ασθενείς κυφωτική στάση με σκυμμένο κεφάλι και πεσμένους ώμους. Η διαταραχή της ισορροπίας και του συντονισμού προκαλεί την ανάπτυξη μια κλίσης προς τα εμπρός ή προς τα πίσω. Ασθενείς με κλίση προς τα πίσω μπορεί επίσης να αναπτύξουν την τάση να κάνουν βήματα προς τα πίσω, σε κατάσπαση. Για μερικούς ασθενείς η αστάθεια οδηγεί συνεχόμενες πτώσεις, με σοβαρούς τραυματισμούς ως αποτέλεσμα.

Άλλα συμπτώματα
Όταν εξετάζεται η νόσος Πάρκινσον, είναι σημαντική η σωστή ενημέρωση των μη κινητικών συμπτωμάτων και των αποτελεσμάτων. Τα αποτελέσματα μπορεί να περιλαμβάνουν κατάθλιψη, άγχος, πόνο, καθώς και σεξουαλική δυσλειτουργία.

Θεραπευτικές επιλογές νόσου Πάρκινσον
Ενώ οι έρευνες για την θεραπεία της νόσου συνεχίζονται από τους ειδικούς, υπάρχουν ήδη πολύ αποτελεσματικές θεραπευτικές επιλογές που μπορεί να παρέχουν χρόνια ανακούφιση από τα συμπτώματα. Κάθε θεραπεία συνοδεύεται από διάφορες παρενέργειες, και η εύρεση του σωστού συνδυασμού της αλληλουχίας των θεραπευτικών επιλογών αποτελεί πρόκληση για τον ιατρό καθώς και για τον ασθενή.

Τα μη-κινητικά συμπτώματα όπως αστάθεια, διαταραχές του ύπνου, δυσκοιλιότητα, και κατάθλιψη, είναι εξίσου σημαντικά στοιχεία της ασθένειας. Είναι σημαντική η θεραπεία και αυτών των συμπτωμάτων, όμως με διαφορετικούς τρόπους. Μερικά συμπτώματα μπορεί να θεραπεύονται εύκολα με από του στόματος φαρμακευτική αγωγή. Άλλα συμπτώματα όμως, όπως η αστάθεια, παραμένουν προβληματικά.

Στα αρχικά στάδια της νόσου Πάρκινσον, ο ιατρός μπορεί να θεωρήσει ότι δεν είναι απαραίτητη η φαρμακευτική αγωγή. Οι ασθενείς θα πρέπει να επικεντρωθούν στην διατήρηση μιας ισορροπημένης δίαιτας και στην καθημερινή εξάσκηση, ώστε να διατηρηθούν δραστήριοι. Καθώς τα κινητικά συμπτώματα εξελίσσονται, οι ασκήσεις μετατρέπονται σε ακόμα πιο ζωτικό κομμάτι της καθημερινότητας ασθενών με νόσο Πάρκινσον, από την στιγμή που διατηρούν τους μύες και τις αρθρώσεις ευλύγιστες.

Ένα τυπικό πρόγραμμα φυσικοθεραπείας μπορεί να είναι ένας καλός τρόπος για την διατήρηση της δύναμης και τους εύρους κινήσεων, καθώς η κινητικότητα ελαττώνεται. Επίσης, η λογοθεραπεία είναι αρκετές φορές χρήσιμη για την διατήρηση της επάρκειας όγκου φωνής.

Οι κύριες επιλογές για την θεραπεία και τον έλεγχο της νόσου Πάρκινσον είναι:

  • Φαρμακευτική αγωγή
  • Εν τω βάθει διέγερση του εγκεφάλου
  • Συμπληρωματικές θεραπείες

Φαρμακευτική αγωγή
Όταν τα συμπτώματα της νόσου αρχίζουν να παρεμβαίνουν στις καθημερινές δραστηριότητες, μπορεί να είναι η κατάλληλη στιγμή να ξεκινήσει η συμπτωματική φαρμακευτική αγωγή.

Η πρώτη θεραπεία που προβλέπεται για τους ασθενείς της νόσου Πάρκινσον συχνότερα, είναι τα ντοπαμινεργικά φάρμακα. Το φάρμακο αυτό μετατρέπεται σε ντοπαμίνη μέσα στον εγκέφαλο, κάτι το οποίο βοηθά τον στον έλεγχο των κινήσεων. Καθώς η απώλεια των κύτταρων που παράγουν ντοπαμίνη είναι το γεγονός που οδηγεί στα συμπτώματα του Πάρκινσον, η αποκατάσταση των επιπέδων ντοπαμίνης με την χορήγηση αυτών των φαρμάκων μπορεί να παρέχει κάποια ανακούφιση.

Τα ντοπαμινεργικά φάρμακα είναι δυνατό να χορηγούνται μέσω ένεσης και όχι ως χάπι, παρόλο που φυσιολογικά αυτό αποτελεί επιλογή «σωτηρίας» για τους ασθενείς τελικού σταδίου, όταν η από του στόματος θεραπεία εξασθενεί.

Όλα τα ντοπαμινεργικά φάρμακα έχουν παρόμοιες ανεπιθύμητες ενέργειες που περιλαμβάνουν ναυτία και υπερβολική υπνηλία. Ορισμένα μπορεί να προκαλέσουν παραισθήσεις, ενώ άλλα οδηγούν σε δυσκινησία (ανεξέλεγκτη υπερβολική κινητικότητα).

Ένας άλλος τύπος φαρμάκων είναι οι αναστολείς COMT, όπου μειώνουν την πιθανή βλάβη των ντοπαμινεργικών φαρμάκων, πριν αυτά φτάσουν στον εγκέφαλο. Με την χορήγηση των COMT αναστολέων εξασφαλίζεται η διάρκεια και η θετική επίδραση κάθε ντοπαμινεργικής δόσης.

Εν τω βάθει διέγερση του εγκεφάλου
Η εν τω βάθει διέγερση του εγκεφάλου (DBS), χρησιμοποιεί ένα εμφυτεύσιμο ιατρικό βοήθημα, παρόμοιο με καρδιακό βηματοδότη, το οποίο θεραπεύει τα κύρια συμπτώματα της vόσου, διαδίνοντας μια ηλεκτρική διέγερση σε μια εστιασμένη περιοχή εν τω βάθει στον εγκέφαλο. Πλήρως αναστρέψιμη, η χειρουργική εμφυτευμάτων βοηθά στον έλεγχο των κυρίων συμπτωμάτων της νόσου Πάρκινσον. Είναι πιο βολική μέθοδος για τους ασθενείς των οποίων τα συμπτώματα δεν έχουν αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά με φαρμακευτική αγωγή, ή για εκείνους που δεν έχουν ανοχή στις παρενέργειες της φαρμακευτικής αγωγής που συνιστάται. Παρόλα αυτά, οι περισσότεροι ιατροί δίνουν έμφαση στο ότι η καλύτερη ανταπόκριση των ασθενών στην φαρμακευτική αγωγή θα καθορίσει το επίπεδο της βελτίωσης που μπορεί να επιτευχθεί με την επέμβαση.

Τα ηλεκτρικά σήματα που διαδίδονται από την συσκευή DBS απενεργοποιούν το σημείο του στόχου στον εγκέφαλο, χωρίς να καταστρέψουν κάποιον ιστό. Ο στόχος είναι η αποκατάσταση της ισορροπίας της ηλεκτρικής δραστηριότητας στον εγκέφαλο, μπλοκάροντας τα εγκεφαλικά σήματα που προκαλούν τους δυστονικούς σπασμούς.

Τα ηλεκτρικά σήματα είναι επίσης ρυθμιζόμενα, επιτρέποντας ακριβέστερη βαθμονόμηση και στόχευση της επίδρασης. Αυτό βοηθά στην βελτίωση του ελέγχου των συμπτωμάτων, καθώς και στην μείωση του κινδύνου για τραυματισμό σε παρακείμενες περιοχές.

Η επέμβαση διεξάγεται με τοπική αναισθησία, καθώς ο ασθενής θα πρέπει να παρέχει αντίδραση για να βοηθήσει τον νευροχειρούργο να εντοπίσει τον ακριβή στόχο. Η χρήση ενός άκαμπτου, μεταλλικού πλαισίου, το οποίο εξασφαλίζει την σταθερότητα του κρανίου, βοηθά στην ακριβή καθοδήγηση από τα όργανα, κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης.

Η συσκευή DBS απαιτεί επαναλαμβανόμενες επισκέψεις στον νευρολόγο, έτσι ώστε τα ηλεκτρόδια να προγραμματίζονται με ακρίβεια για να αποδώσουν το μέγιστο όφελος.

Ο ασθενής, ο φροντιστής του, καθώς και οι ειδικοί κινητικών διαταραχών είναι καλό να συνεργάζονται, ώστε να καθοριστεί εάν η επέμβαση είναι η σωστή επιλογή για κάθε περίπτωση. Ο νευρολόγος και ο νευροχειρουργός βοηθούν στην επιλογή της κατάλληλης χειρουργικής διαδικασίας. Όταν όλοι οι παράγοντες λαμβάνονται προσεκτικά υπόψη, ο χειρουργός έχει την δυνατότητα να αυξήσει σημαντικά την ποιότητα ζωής των ατόμων που πάσχουν από τη νόσο.

Οποιαδήποτε χειρουργική παρέμβαση στην νόσο Πάρκινσον είναι μια σημαντική διαδικασία. Οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν κατά την διάρκεια και αμέσως μετά την επέμβαση περιλαμβάνουν λοίμωξη, αιμορραγία, ακόμα και θάνατος. Επιπλοκές του χειρουργείου μπορεί να περιλαμβάνουν γνωστική δυσλειτουργία, δυσκολία κατάποσης, οπτικές διαταραχές, επιληπτικές κρίσεις και πονοκέφαλο. Ενώ πολλές από αυτές τις επιπλοκές βελτιώνονται με τον καιρό, σε ορισμένους ασθενείς επιμένουν χωρίς καμία βελτίωση.

Υπάρχει επίσης η πιθανότητα κάθε μέρος του υλικού, δηλαδή τα ηλεκτρόδια στον εγκέφαλο, η επαναφορτιζόμενη γεννήτρια παλμών στο στήθος, καθώς και τα καλώδια σύνδεσης κάτω από το δέρμα, να δυσλειτουργήσουν ή να υποστούν θραύση.